Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016

Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ Κ.


Ο κύριος Κ. ζει σε καιρούς που 
κάποιοι ήλπιζαν πως θα ήταν καλοί.

Ο κύριος Κ. όμως συνέχισε να είναι στο δρόμο
παρά τις λοιδορίες και τις πικρόχολες ειρωνείες
παρά τις προδοσίες και τις βέβηλες καπηλείες.

Ο κύριος Κ. δεν έζησε ποτέ σε καλύτερους καιρούς.

Όταν ωστόσο τον ρωτούν πότε ή πώς μπορούν να έρθουν,
αυτός απαντά
στο χέρι μας είναι
μάλιστα για να φανεί πιο πειστικός
βγάζει από τον κάδο ένα πλαστικό δοχείο
με υπολείμματα καφέ
και, αφού το σκουπίσει με ένα χαρτομάντηλο,
προσφέρει θυμωμένα την απάντηση σ' αυτόν που τη ζήτησε.

Ο κύριος Κ. δεν ζει σε καλούς καιρούς.
Αν ζούσε, θα απαντούσε διαφορετικά.


Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου 2016

Η Δ. ΣΤΗ ΓΗ Τ' ΟΥΡΑΝΟΥ


στη Σ. Γ.

Η Δ. μιλάει πάντα για μια προσευχή ή για μια παπαρούνα∙
για μια προσευχή όχι τόσο προσευχή 
και για μια παπαρούνα όχι τόσο παπαρούνα:
μιλάει πάντα για ζωή.

Η Δ. πιστεύει πως η προσευχή πονάει όσο μια παπαρούνα
και πως η παπαρούνα ανακουφίζει όσο μια προσευχή.
Όλοι πιστεύουν πως κάνει λάθος.
Εκείνη πιστεύει στη ζωή.

Η Δ. προσεύχεται μαζεύοντας παπαρούνες
και δε φοβάται να μιλήσει γι' αυτό-
γνωρίζει ότι το κόκκινο μπορεί εξίσου
να είναι χρώμα νίκης ή ήττας.

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2016

Για τις ουλές


Συλλέγω τα δάκρυα
Που ξέφυγαν από το χτεσινό μου όνειρο

Είναι λίγα
Δε φτιάχουν θάλασσα
Δε φτιάχνουν λίμνη ή ποτάμι
Αλλά πραγματικότητα -
γκρίζα

Συλλέγω τα δάκρυα
Που ξέφυγαν από το χτεσινό μου όνειρο
Και δροσίζω τις ουλές της πραγματικότητας 
Στο μέτωπό σου


Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2016

Απολογία


Όταν μιλώ για σένα
το στόμα μου ματώνει
από τα αγκάθια που είχαν
τα ρόδα σου.

Επειδή το αίμα είναι
πάντα ακατανόητο
για έναν απλό θεατή
εγώ γράφω μόνο
ποιήματα.

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2016

Σου μιλώ γιατί...


Εγώ κι εσύ 
ζούμε στον ίδιο κόσμο
και του μοιάζουμε.

Σε φοβάμαι και με φοβάσαι,
Σε φοβάσαι και με φοβάμαι,
μας φοβόμαστε
και μας λυπόμαστε
μας θλίβει η ίδια μας η εικόνα
και γυρνάμε με μένος,
σπάμε τον καθρέφτη μας
και μένουμε με το αίμα στα δάχτυλα
και τα γυαλιά 
και γλείφουμε το αίμα
χωρίς να έχουμε πληγή
αλλά κομμάτια άλλων στα χέρια μας.

Εγώ κι εσύ
ζούμε στον ίδιο κόσμο
και του μοιάζουμε.

Μα αν μοιάζουμε αυτού του κόσμου,
θα μοιάζουμε σίγουρα και του επόμενου.

Όταν σου μιλώ, είμαι σαν ένα
ξεραμένο λουλούδι που περίμενες για χρόνια
να ξανανθίσει για να μιλήσει και πάλι στη γλώσσα σου.

Να σου μιλήσει για εκείνη τη μέρα 
που θα αγαπούμε τη βροχή,
γιατί θα μας θυμίζει
τη δημιουργία του ανθρώπου
και όχι τη θλίψη στην καρδιά μας.

Να σου μιλήσει για εκείνον τον κόσμο όπου
δυο χέρια θα γυρίζουν τον ήλιο στην ανατολή
και δυο φιλιά στη δύση
για εκείνον τον κόσμο όπου
τα παιδιά θα χορταίνουν με τη γύρη των λουλουδιών
και οι γονείς θα ξυπνούν ευτυχισμένοι, αφού
δεν θα 'χουν "στόματα να ταΐσουν" 
αλλά λουλούδια να πολλαπλασιάσουν
για εκείνον τον κόσμο όπου
θα αγαπιόμαστε τόσο πολύ
όσο τώρα φοβόμαστε.

Ναι, σου μιλώ για εκείνον τον κόσμο
για τον οποίο με δυσκολία μιλώ συνήθως,
γιατί είμαι βέβαιη ότι θα υπάρξει 
και δε θέλω με τα λόγια μου
να του στερήσω κάτι από την ομορφιά του.

Σου μιλώ γιατί κλαις.
Σου μιλώ γιατί είμαι μέσα στον καθρέφτη.
Σου μιλώ γιατί είμαστε ακόμα σ' έναν κόσμο παλιό.

Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2016

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016

Δράση-αντίδραση


Πολύ συχνά
Ο κόσμος
Απειλεί
Με πλημμύρα 
Την ύπαρξη


Πολύ συχνά
Η ύπαρξη
Απειλεί
Με ανατίναξη
Τον κόσμο

Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

ΦΟΒΑΜΑΙ, ΒΡΕΧΕΙ, ΕΣΥ



Κάθε μοναξιά που φοβάμαι 
πραγματοποιείται όταν ονειρεύομαι.

Κάθε όνειρο που δεν πραγματοποιείται,
το φοβάμαι όταν βρέχει.

Θλίβομαι που δεν αγαπώ εσένα
και ό,τι θα μπορούσε να είναι εσύ.




Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2016

{Σχεδόν ύβρις}


Δεν ήρθες
Δεν άκουσες, δεν είδες
Δεν έμαθες, δεν διάβασες, δεν έγραψες
Δεν αγκάλιασες, δεν φίλησες, δεν χάιδεψες
Δεν θυμήθηκες αλλά δεν ξέχασες
Δεν τόλμησες, δεν πάλεψες
Δεν συγχώρεσες
Δεν μπόρεσες
Δεν ήξερες
Δεν ήθελες

Τόσες αρνήσεις μαζεμένες
συνήθως χρησιμοποιούνται 
όταν ο λόγος αφορά τα θεία

Δεν είσαι


Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Το αμύγδαλο του κόσμου

Σου έφερα το αμύγδαλο του κόσμου
μέσα στο χειμώνα.
Δεν το περίμενες.
Δεν είχες συνηθίσει σε τέτοια δώρα, είπες.
Σε τιμούσαν, είπες.
Μετά είπες ότι
θα αργούσες να το βρεις το αμύγδαλο,
γιατί έπρεπε να κόψεις πρώτα
μερικά φύλλα.
Λογικό, είπα μέσα μου.
Το αμύγδαλο του κόσμου είναι βαθιά κρυμμένο
και δεν πρόκειται να το βρεις
παρεχτός αν κοιμηθείς μισός έξω απ’ τον ύπνο.
Οι μέρες αυτές είχαν μόνο
δύο χρώματα: άσπρο και μαύρο.
Δεν μπορείς να φανταστείς
πόσο σε λάτρευα όταν σε έβλεπα να κοιμάσαι.
Ήταν τόσο συναρπαστικό
να προσπαθώ να μαντέψω
αν κοιμάσαι μισός έξω απ’ τον ύπνο∙
να προσπαθώ να καταλάβω
αν το βρήκες τελικά το αμύγδαλο.
Μεσολάβησαν και τόσα ασπρόμαυρα καρέ
από τον χειμώνα μέχρι το καλοκαίρι,
που φοβήθηκα μήπως στο μεταξύ
το αμύγδαλο είχε λησμονηθεί.
Τελικά με θλίψη διαπίστωσα
πως το αμύγδαλο
σού είχε σταθεί στο λαιμό
και σ’ έπνιγε.




*[Ένα ποίημα που γράφτηκε το Δεκέμβρη του 2014 βρήκε μία θέση στη συλλογή ποιημάτων της "ποίησης γυμνής", μία συλλογή για την οποία είμαστε ιδιαίτερα χαρούμενοι και συγκινημένοι όσοι συμμετείχαμε σ' αυτή. Η παρουσίασή της έγινε χτες, 19.10.2016, στο φουαγιέ του εξώστη του Βασιλικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης, στη διάρκεια της οποίας διαβάστηκε και το παραπάνω ποίημα από τον ποιητή Άγγελο Ευθυμιάδη. Περισσότερες πληροφορίες για το βιβλίο -το οποίο δύσκολα θα βλέπαμε χωρίς τη βοήθεια του Τέλλου Φίλη και του εκδότη Γιάννη Κιντάπογλου- μπορεί κανείς να βρει εδώ. ]


Δευτέρα 10 Οκτωβρίου 2016

ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ ΤΟΥ ΡΕΜΠΩ


  Έστυψα το χειμώνα και ο Ρεμπώ αναστέναξε:
- Ποιος καπηλεύεται τη θλίψη μου
  για υστεροφημία;









[2014]

Το χάδι

Θυμάμαι 
πόσο είχες γοητευτεί
όταν έμαθες ότι το χάδι
δημιουργήθηκε από έναν ήχο.
Προσπάθησες να το μιμηθείς
σέρνοντας το στυλό πάνω στο χαρτί.
Ήρθες την άλλη μέρα χαρούμενος
με το χαρτί στο χέρι
για να ακούσεις τη γνώμη μου.

Τα χάδια δεν είναι για να γράφονται,
καλέ μου ποιητάρη.


Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2016

ΗΡΩ ΚΑΙ ΛΕΑΝΔΡΟΣ


Ο εραστής κολυμπάει μια άβυσσο.
Το κερί φοβάται.
Ο άνεμος σαρκάζει.
Η ερωμένη καταριέται που αδυνατεί 
να αλλάξει τον ρου της ιστορίας.

Προηγείται ή έπεται του θαύματος 
"Hero and Leander", Domenico Fetti

(www.chinaoilpaintinggallery.com)
η καταστροφή;










* [Μία επεξεργασία του μύθου της Ηρώς και του Λέανδρου, από τον ποιητή του 5ου αι. μ. Χ., Μουσαίο, είναι διαθέσιμη στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα σε μετάφραση Σίμου Μενάρδου: http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/library/browse.html?text_id=24#m1 ]

{ερώτηση}


Φίλησα τα μάτια σου
όχι για να κοπάσω κάποια
τρικυμία
αλλά για να αφήσω
τα χνάρια μου
στην απόμερη αμμουδιά σου

Τώρα που τα κύματα με έσβησαν
εσύ πώς βλέπεις τον κόσμο;


Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Κοινωνικός ευπρεπισμός

Φωτογραφία: Ομάδα "Εν δυνάμει"



Τι ωραίο φόρεμα μου βάλατε!

Αλήθεια, πανέμορφο.

Τόσο αταίριαστο με μένα.

Προσπαθείτε να με ευπρεπίσετε εσείς

για να μη σας ξεπλύνω εγώ.

Τώρα εγώ θα δείχνω «καθώς πρέπει».

Κι εσείς, όταν θα σας ρωτάνε γιατί κλαίτε, θα το αρνείστε

λέγοντας πως φταίει η σαπουνάδα.  










 Από τη συνάντηση "Ποίησης Γυμνής" και "Εν δυνάμει"  στην έκθεση "Home: Το μικρό μικρό σπίτι" στο  Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης τον Φεβρουάριο  του 2015.

Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2016

Πέμπτη 15 Σεπτεμβρίου 2016

{Μισοφέγγαρο}

Με γοητεύει το μισοφέγγαρο
Όμως όλοι μου λένε ότι
Μοιάζω με πανσέληνο
Λατρεύουν το φως μου
Και με χρησιμοποιούν
Για τα υποβλητικά σκηνικά τους
Με χρησιμοποιούν
Και με καταδικάζουν
Στο ρόλο του θεατή
Και το ανέχομαι.
Γιατί κατά βάθος ξέρω
Ότι είμαι μισοφέγγαρο
Και ξεσπώ σε δυνατά γέλια

Για την ολιγάρκεια των ανθρώπων


Πέρα από τη σκάλα

Μου μίλησες για μια σκάλα
που σου ήταν δύσκολο ν’ ανέβεις
και που εγώ σε εμπόδιζα ακόμα περισσότερο,
γιατί δεν καταλάβαινα τη δυσκολία σου,
άρχισα να κατεβαίνω χωρίς να καταλαβαίνω
ότι κατέβαινα αλλά νομίζοντας ότι ανέβαινα
προς το μέρος σου, σου έκλεινα το δρόμο, είπες,
δεν έβρισκες σχεδόν αέρα ν’ αναπνεύσεις, δώσ’ μου το
χέρι σου, φώναζα, και το αρνιόσουν
και το πήρα έτσι άδειο και, μην έχοντας τι να το κάνω,
αυτοτυφλώθηκα, έπεσα από τη σκάλα στο κενό
ρίχνοντας και σένα μαζί μου, προς την πλευρά σου ή
τη δική μου, αδιάφορο, η σκάλα δεν ήταν σκάλα,
αφού και οι δυο άκρες της οδηγούσαν στο
θάνατο· υπήρχαμε για να κινούμαστε
ο ένας προς τον άλλον, όχι για να φτάσουμε.


Δώσε μου το χέρι σου.




ΓΙΑΤΙ Η Σ. ΔΕ ΦΟΒΑΤΑΙ


Η Σ. φοβάται ότι οι εφιάλτες και τα θρίλερ
υπάρχουν στην πραγματικότητα.
Η Σ. πάντα λυπάται για τη δυστυχία,
αλλά δεν αντέχει τη μεταμφίεση.

Η Σ. αντικρίζει έναν άνθρωπο
ντυμένο ως γνωστό παιδικό ήρωα
να ζητά λεφτά από τα σταματημένα αυτοκίνητα στα φανάρια.

Η Σ. νιώθει ευτυχισμένη που δεν είναι ακόμα παιδί.
Το βράδυ που θα γυρίσει στο σπίτι,
θα κάνει ύπνο ελαφρύ, μιας και ξέρει πια
ότι δεν κινδυνεύει από τους εφιάλτες –
υπάρχουν στην πραγματικότητα
ήρωες όμοιοι με καρναβάλια που ζητιανεύουν.


Η Σ. δε φοβάται.



Η ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΤΗΣ Ρ.


Η Ρ. έχει μια κόρη που συστρέφεται.
Η Ρ. μαλώνει την κόρη της, επειδή καμπουριάζει.
«Ίσιωσε, παιδί μου…»
«Τον κόσμο, μαμά; Δεν μπορώ!»
Η Ρ. δεν καταλαβαίνει ότι η κόρη της είναι εγωκεντρική.
Ανησυχεί για τη σπονδυλική της στήλη.

(Πρόκειται για μία από τις λίγες περιπτώσεις, στις οποίες,
αντί να βλέπει η μάνα το παιδί της ως το κέντρο του κόσμου,
βλέπει το ίδιο το παιδί έτσι τον εαυτό του.)


Δόλος ερωτικός


Απόψε θα σε εξαπατήσω
Θα κάνω πως κοιμάμαι
Δημιουργώντας καμπύλες
Κοίλες και αφύλακτες
για να μπορούν να δεχτούν
τα φιλιά σου.


Ρίμα σατιρική

Ἀργοῦς κάρα σὸν λειψάνῳ πεπληγμένος
Ευρ. Μηδ. 1387


Πλοίο της αλληγορίας,
σε λένε Αργώ
ή βαπόρι τρελό∙

συντρίμμια σου πέφτουν
σε κεφάλι στραβο
μα –φευ! – ελληνικό.

«Κατάρα της Μήδειας.
Δε γνωρίζω εγώ
κι υποφέρω ενώ

προσκυνάω το χρήμα.
Είναι τόσο κακό
το καλό ν’ αγνοώ;»

Πλοίο της αλληγορίας,
σε λένε Αργώ
ή βαπόρι τρελό∙

τα συντρίμμια βοηθούν
εμάς –σε ρωτώ–
ν’ αποφύγουμε κακό ριζικό;

ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΑΦΗΝΟΥΝΕ ΧΝΑΡΙΑ;

Χέρια
Νιώθω
Να με κουβαλάνε
Στην αγκαλιά
Δεν είναι κακό
Να νιώθεις ανήμπορος

Δεν είναι κακό
Να νιώθεις ανήμπορος
Επαναλαμβάνω
Μα ψάχνω με το βλέμμα
Στο έδαφος
Να βρω τα χνάρια της πατούσας
Αυτού που με κρατάει
Δεν είναι κακό
Να νιώθεις ανήμπορος

Είναι
Φωνάζω
Δε βλέπω χνάρια
Κι έχω ακούσει για αγκαλιές που πνίγουν
Φοβάμαι τα χέρια
Όταν δεν ξέρω ποιανού είναι
Φοβάμαι
Δεν είναι κακό να
Μην το λες
Δεν είναι κακό
Πάψε
Χέρια
Νιώθω
Να με κουβαλάνε
Στην αγκαλιά
Νιώθεις ανήμπορος
Ψάξε για χνάρια


Η ΕΝΗΛΙΚΙΩΣΗ ΤΗΣ Γ.


Η Γ. συνειδητοποιεί ότι μεγάλωσε
από τον σκοπό για τον οποίο
χρησιμοποιεί τις κούπες της.
Κάποτε η Γ. διάλεγε την ωραιότερη κούπα
για να πιει το γάλα της.
Τώρα η Γ. διαλέγει την ωραιότερη κούπα
για να πιει τον καφέ της.
«Κοίτα πώς μεγάλωσα», λέει στη μητέρα της.
Η μητέρα τη συμπονά, γιατί ξέρει πόσο
πονάει η μεταβολή των χρωμάτων.
Η Γ. δε φαίνεται ακόμα να ανησυχεί.
Το άσπρο-μαύρο, πιστεύει, είναι μια διάκριση
που κάνουν όσοι ξέμειναν
από ωραίες κούπες.


Τι είπε η βροντή

When I count, there are only you and I together
[…]
–But who is that on the other side of you?
T.S. Eliot, Waste Land

Όταν λείπεις, αστράφτω
Όταν σε βλέπω, βρέχεις

Τι είμαστε;


(Αστραπές δε φοβάται)
Γιατί;


Όταν σε βλέπω
Τι είμαστε;


(Είναι σύννεφο)
Γιατί;


Αστραπές δε φοβάσαι
Όταν λείπεις;

Τι είμαστε;


Είσαι
       
       Σύννεφο

                   Βρέχεις


Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2016

ΣΚΕΨΕΙΣ ΤΗΣ ΕΜΙΛΥ ΝΤΙΚΙΝΣΟΝ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟ ΤΖΑΜΙ


Η βροχή
Νυστάζει --
Δεν νανουρίζει

Καμία αγάπη
Δεν βρέχει --
Δακρύζει


Τι μου έμαθε ο Kierkegaard για σένα


πάντα είσαι
με αποτέλεσμα να μην είσαι
γι' αυτό μου είναι τόσο επίπονο
όταν πράγματι είσαι


Οι κόμποι

Έχω τέσσερις κόμπους στα μαλλιά μου:
Άδειο(ς)
Αύγουστος
Ξημέρωμα
Σπίτι


(Εσύ)

Ένα πρόσωπο στις λέξεις
Είναι
Όπως μια χτένα στα μαλλιά:
βοηθά στη διευθέτηση μιας κομπιασμένης πραγματικότητας.

Ξημέρωμα Ξημέρωμα Ξημέρωμα


Ο Β. ΠΕΡΠΑΤΑΕΙ ΣΤΟ ΠΕΖΟΔΡΟΜΙΟ





Όταν ο Β. περπατάει στο πεζοδρόμιο,

προσπαθεί να μην πατάει τις διαχωριστικές γραμμές

ανάμεσα στα πλακάκια.

Σήμερα διαπίστωσε πως δεν μπορούσε πια να βαδίζει έτσι.

Άλλαξε βήμα, έκανε διαφορετικές παρακάμψεις.



Στο πεζοδρόμιο υπάρχουν νερά.

Και έχουν χρώμα κόκκινο.

Ο Β. κάνει –όπως πάντα– πολλές σκέψεις.

«Κολυμπάει στο αίμα…»

«Και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ…»

«Το αίμα νερό δεν γίνεται…»

Ο Β. δεν μπορούσε ποτέ να καταλάβει

την έννοια της θυσίας.

Ο Β. προσπαθούσε πάντα να προσέχει

τις διαχωριστικές γραμμές.

Έτσι, μέσα στο νερό του πεζοδρομίου

δεν αναγνωρίζει το αίμα,

αλλά το χρώμα της εξουσίας.



Ο Β. θυμώνει με κάθε είδους εξουσία,

γιατί του κρύβει τις διαχωριστικές γραμμές.

Άλλοι απλώς τον κατηγορούν ότι

φοβάται το αίμα.


ΤΟ ΥΠΟΓΕΙΟ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ Χ.





Το διαμέρισμά της είναι κάτω από τη γη

Δεν της αρέσει

Έχει θόρυβο, μυρωδιές και ελάχιστο φως

Και κάγκελα που την προστατεύουν και την εμποδίζουν

Το ευτύχημα είναι ότι έχει πολλές γλάστρες με λουλούδια

(γαντζωμένες από τα ψηλά κάγκελα του "μπαλκονιού" της)

Και αναγκάζεται καθημερινά να τεντώνεται

Στις μύτες των ποδιών για να φτάσει να τα ποτίσει